Η λέξη «θηλυκοτήρι» δεν χρησιμοποιείται τόσο πλέον και λίγοι είναι αυτοί που γνωρίζουν τη σημασία της.
«Θηλυκωτήρι»
Η λέξη «θηλυκωτήρι» ή «θηλυκωτάρι» έχει διπλή σημασία. Αρχικά, μπορεί να σημαίνει την πόρπη που χρησιμοποιείται ως εξάρτημα της γυναικείας ενδυμασίας. Συνώνυμες λέξεις με αυτή την έννοια είναι η καρφίτσα και η περόνη.
Επίσης, μπορεί να σημαίνει το όργανο που χρησιμεύει στο κούμπωμα παπουτσιών ή άλλων τμημάτων της ενδυμασίας. Συνώνυμη λέξη είναι το κουμπωτήρι.
Ετυμολογικά προέρχεται από το ρήμα θηλυκώνω, που σημαίνει ότι εισάγω μια προεξοχή στην αντίστοιχη εσοχή της.
Πηγή: alfavita.gr
Χορηγούμενη