Ο θρύλος του αθλητισμού που έβαλε στο τένις τους… κροκόδειλους!
Σημαντικός αθλητής, ακόμη σπουδαιότερος επιχειρηματίας
Τι κάνεις όταν ο αξιοσέβαστος πατέρας σου τυγχάνει να είναι ιδιοκτήτης μιας από τις σημαντικότερες βιομηχανίες κατασκευής κινητήρων και άλλων εξαρτημάτων που ζηλεύει ακόμη κι ένας κολοσσός όπως η Rolls Royce; Μάλλον ονειρεύεσαι την ώρα και την στιγμή που θα αναλάβεις εσύ την οικογενειακή επιχείρηση.
Συγκεκριμένα την Hispano-Suiza France που ήδη από την δεκαετία του 1910 ένα μεγάλο μέρος της είχε μεταφερθεί από την Ισπανία στην Γαλλία, χάρη στην διορατικότητα του Ζαν Ζιλ Λακόστ. Μερικά χρόνια αργότερα τα αυτοκίνητά της αλλά και μια σειρά άλλες πατέντες της σε άλλους τομείς (όπως οι κινητήρες αεροσκαφών και… κανόνια την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου) βρίσκονταν παντού, κάνοντας τον Γάλλο επιχειρηματία πάμπλουτο και μεταφέροντας παντού το σήμα-κατατεθέν της. Τον πελαργό.
Βέβαια σήμερα στο άκουσμα του ονόματος Λακόστ κανένας δεν φέρνει στον νου του το πουλί που φέρνει τα… μωρά, αλλά ένα ερπετό! Τον θρυλικό κροκόδειλο, που αποτελεί τον… πρεσβευτή των πιο γνωστών ρούχων στον κόσμο, και είναι συνυφασμένος όχι με αμάξια κι αεροπλάνα, αλλά με τα courts του τένις!
Αυτό ήταν και το παρατσούκλι του ανθρώπου πίσω από την δημιουργία τους. Του Ζαν Ρενέ Λακόστ ο οποίος στα 15 του (δηλαδή περίπου το 1920), μετά από ένα ταξίδι στην Αγγλία, ήρθε σε πρώτη επαφή με το άθλημα και το ερωτεύτηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε όταν επέστρεψε στο Παρίσι ανακοίνωσε στον πατέρα του (ιδιοκτήτη της Hispano-Suiza France) ότι δεν θέλει να ασχοληθεί με την βαριά βιομηχανία, αλλά με το τένις.
Λένε ότι ο… μπαμπάς Λακόστ έδωσε στον γιο διορία πέντε ετών, ξεκαθαρίζοντάς του ότι μέσα σε αυτό το διάστημα είτε θα γινόταν θρυλικός τενίστας του οποίου η φήμη θα συναγωνιζόταν εκείνη των αυτοκινήτων τους, είτε θα «αναγκαζόταν» να εργαστεί για την επιχείρηση. Μάλλον ούτε και ο ίδιος δεν θα μπορούσε να φανταστεί αυτό που ακολούθησε.
Ο Ζαν Ρενέ Λακόστ ακριβώς πέντε χρόνια μετά κατακτά το μονό και το διπλό στο Roland Garros (κατόρθωμα που επανέλαβε το 1927 και το 1929), ενώ την ίδια χρονιά σηκώνει το τρόπαιο και στο Wimbledon (το πήρε και το 1928) και συμπληρώνει τις επιτυχίες σε τουρνουά με το status του Grand Slam με δύο κατακτήσεις του U.S Open το 1926 και το 1927. Επιπλέον έφερε δόξα και στην Γαλλία με δύο συνεχόμενα Κύπελλα Davis (1927, 1928), τα πρώτα στην ιστορία της χώρας! Δίχως την παραμικρή αμφιβολία είχε κερδίσει το στοίχημα που είχε βάλει με τον πατέρα του αφού αναμφισβήτητα θεωρούνταν ένας από τους κορυφαίους της εποχής του, γεγονός που αποτυπωνόταν και στο ότι για δύο χρόνια μεσουρανούσε στο νούμερο 1 της παγκόσμιας κατάταξης (1926 και 1927).
Αν και ήδη είχε κερδίσει μια θέση στην ιστορία ο Λακόστ δεν έμεινε εκεί. Υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους του αθλήματος αφού αμέσως έκανε ξεκάθαρη την δυσαρέσκειά του για την παραδοσιακή αμφίεση των τενιστών, η οποία δεν θύμιζε καθόλου αθλητή. Ίσως προκειμένου να τονιστεί ότι ήταν ένα σπορ της –τότε- ελίτ (εντύπωση με μέχρι ενός βαθμού συντηρείται ως τις μέρες μας) οι διοργανωτές επέμεναν σε ένα αυστηρό ντύσιμο. Δηλαδή μακρύ λευκό παντελόνι, υποκάμισο, σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και γραβάτα! Το… απλό, καθημερινό ντύσιμο ενός τζέντλεμαν δηλαδή που απλά έτυχε να κρατά μια ρακέτα κι ένα μπαλάκι στα χέρια του και να… πέσει πάνω σ’ ένα γήπεδο!
Ο Λακόστ διέκρινε την… παράνοια σε αυτό και ήδη από την εποχή που ο ίδιος έπαιζε τένις, σήκωσε… μπαϊράκι και έφερε έναν άλλο τρόπο ντυσίματος που έμελλε να κυριαρχήσει σε χωμάτινες, σκληρές και επιφάνειες με χόρτο όπου παίζεται τένις.
Ο ίδιος είχε πει πολύ αργότερα σε συνέντευξή του ότι μια μέρα παρατήρησε τον φίλο του τον Μαρκήσιο του Χολμοντελέι να φοράει κάτι σαν πόλο μπλουζάκι στο γήπεδο και σκέφτηκε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ πιο ταιριαστό σε σχέση με την… κυριλέ «πανοπλία» που επέβαλε το dress code της εποχής. Έτσι, όχι μόνο το υιοθέτησε και το εξέλιξε, αλλά μετά το πρόωρο τέλος της καριέρας του λόγω αναπνευστικών θεμάτων υγείας, το έκανε παγκόσμιο trend.
Το 1933 μαζί με τον φίλο του Αντρέ Ζιλιέ ίδρυσαν την εταιρεία αθλητικών ειδών «La Société Chemise Lacoste». Κι όπως γνωρίζουμε όλοι, με σήμα το πράσινο κροκοδειλάκι και –αρχικά- μοναδικούς πελάτες τους αθλητές τένις. Όσο για την ιδέα για το σήμα-κατατεθέν; Ο Λακόστ χρησιμοποίησε απλά το παρατσούκλι που είχε από την εποχή που έπαιζε ο ίδιος τένις. Οι απόψεις σχετικά με το πώς μας προέκυψε «κροκοδειλάκιας» διίστανται. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι γεννήθηκε εξαιτίας του στυλ παιχνιδιού του, Σταθερός και υπομονετικός baseliner, ο Λακόστ εξαντλούσε συνήθως τους αντιπάλους του πριν επιτεθεί, ενώ ήταν από τους πρώτους στον χώρο που έκανε scouting πριν τα ματς. Σαν τον κροκόδειλο που γνωρίζει κάθε κίνηση της ζέβρας και απλά περιμένει ένα λάθος, μέχρι να βρει την ευκαιρία να χτυπήσει…
Άλλοι, πάλι, έχουν προτάξει μια λιγότερο «φαντεζί» ιστορία πίσω από το θρυλικό nickname. Λένε ότι πριν από ένα σημαντικό ματς έβαλε στοίχημα με έναν φίλο του με έπαθλο μια τσάντα φτιαγμένη από δέρμα κροκόδειλου (κάποιοι λένε αλιγάτορα). Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, το κέρδισε. Και το ματς. Και το στοίχημα. Και την ιδέα για το brand που σήμερα θεωρείται το αντιπροσωπευτικότερο ενός ολόκληρου αθλήματος και έκανε τον Λακόστ σχεδόν συνώνυμο του τένις.