ΓΕΩΤ.Ε.Ε.: Πολιτικές και δράσεις για τις δασικές πυρκαγιές
Aνακοίνωση του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας
Aνακοίνωση του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας για τις «πολιτικές και δράσεις για τις δασικές πυρκαγιές».
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει το Διοικητικό Συμβούλιο του ΓΕΩΤ.Ε.Ε., ως σύμβουλος της πολιτείας για θέματα που έχουν να κάνουν με την προστασία και διαχείριση των φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος, ενώνει τη φωνή του και τις δυνάμεις του με τον υπόλοιπο επιστημονικό κόσμο της χώρας, ώστε να βοηθήσει την πολιτεία στο σχεδιασμό μιας νέας πολιτικής η οποία θα βασίζεται στην επιστημονική γνώση και εμπειρία, τόσο για την πρόληψη όσο και για την αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνται από τις πυρκαγιές και τα πλημμυρικά φαινόμενα που τις ακολουθούν, όσο και για την αποκατάσταση του κοινωνικού ιστού και του αγρο-δασικού χώρου.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«Για μια ακόμη φορά γινόμαστε μάρτυρες μιας ανείπωτης καταστροφής, με τις πρόσφατες πυρκαγιές στην Αττική, στην Εύβοια και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Πυρκαγιές που, εκτός από τη βαθιά και ανείπωτη θλίψη που προκάλεσαν σε όλο τον ελληνικό λαό, δημιουργούν κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά προβλήματα με άμεσες επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας αλλά και της υγείας των κατοίκων των πληγέντων (και όχι μόνο) περιοχών. Τα παραπάνω καθιστούν επιτακτική την ανάγκη ριζικών αλλαγών στο σχεδιασμό και την εφαρμογή της εθνικής πολιτικής που αφορά στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών (αλλά και των φυσικών καταστροφών γενικότερα) και την πρόληψη ή άμβλυνση των συνεπειών που αυτές μπορεί να έχουν.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΓΕΩΤ.Ε.Ε., ως σύμβουλος της πολιτείας για θέματα που έχουν να κάνουν με την προστασία και διαχείριση των φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος, ενώνει τη φωνή του και τις δυνάμεις του με τον υπόλοιπο επιστημονικό κόσμο της χώρας, ώστε να βοηθήσει την πολιτεία στο σχεδιασμό μιας νέας πολιτικής η οποία θα βασίζεται στην επιστημονική γνώση και εμπειρία, τόσο για την πρόληψη όσο και για την αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνται από τις πυρκαγιές και τα πλημμυρικά φαινόμενα που τις ακολουθούν, όσο και για την αποκατάσταση του κοινωνικού ιστού και του αγρο-δασικού χώρου.
Βρισκόμαστε, δυστυχώς, στη δυσάρεστη θέση να επαναλάβουμε τις προτάσεις που είχαμε κάνει μετά την καταστροφή στο Μάτι, οι οποίες όμως αγνοήθηκαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους από την πολιτεία διαχρονικά:
α) Επαναλαμβάνουμε την πρότασή μας να γίνει αξιολόγηση των υπαρχόντων σχεδίων αντιπυρικής προστασίας και της επιχειρησιακής εφαρμογής τους, ώστε να υπάρξει απόδοση ευθυνών για την καταστροφή που συντελέστηκε, όπου κι αν αυτές ανήκουν.
β) Να υπάρξουν άμεσα δράσεις για την αποκατάσταση των καμένων περιοχών (οι οποίες θα βοηθήσουν και στην προστασία από ενδεχόμενα πλημμυρικά φαινόμενα), με τη συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
γ) Δεδομένου ότι η πολυδιάσπαση των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και η διάχυση των σχετικών αρμοδιοτήτων έχει επιφέρει ακριβώς τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, προτείνουμε την κάθετη οργάνωση των υπηρεσιών αυτών.
δ) Να υπάρξει αναβάθμιση των δασικών φυτωρίων και άμεση εκπόνηση επιχειρησιακού σχεδίου αναδάσωσης σε όλες τις καμένες εκτάσεις και αποκατάσταση των καμένων περιοχών και των πληγεισών αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Όσον αφορά τη γενικότερη πολιτική για τις δασικές πυρκαγιές, επισημαίνουμε ότι:
1) Οι δασικές πυρκαγιές είναι ένα πολύπλοκο πρόβλημα που έχει οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές προεκτάσεις. Πλέον οι προεκτάσεις αφορούν και την υγεία των πολιτών (σωματική αλλά και ψυχική), ενώ έχουν άμεση επίδραση στην κοινωνική συνοχή και οργάνωση. Θα πρέπει να ληφθούν μέτρα που θα βοηθήσουν τον πληθυσμό σε όλες αυτές τις παραμέτρους. Κυρίως όμως θα πρέπει να ληφθούν μέτρα συγκράτησης του πληθυσμού στην ύπαιθρο και αναδιοργάνωσης της οικονομικής τους δραστηριότητας.
2) Θα πρέπει να αυξηθεί η οικονομική σημασία του δάσους και των παραγωγικών δραστη-ριοτήτων οι οποίες λαμβάνουν χώρα μέσα σε αυτό. Η παραγωγή ξυλείας, ενέργειας, εδώδιμων φρούτων, ρετσινιού καθώς και οι υπηρεσίες αναψυχής και εκπαίδευσης μέσα στο δάσος αποτελούν την καλύτερη ασπίδα πυροπροστασίας.
3) Το μοντέλο δασοπυρόσβεσης που εφαρμόζεται σήμερα, έχει πλέον αποδεδειγμένα αποτύχει. Και αυτό κρίνοντας όχι με βάση τον αριθμό των πυρκαγιών που καλείται να αντιμετωπίσει κάθε χρόνο η Πυροσβεστική Υπηρεσία, αλλά με βάση το κόστος που αυτές έχουν σε πόρους και ανθρώπινες ζωές. Έχει αποδειχθεί ότι το κόστος καταστολής είναι 30 φορές μεγαλύτερο από το κόστος πρόληψης. Άρα, η πρόληψη δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως κόστος αλλά ως επένδυση.
4) Αποδεικνύεται εκ των πραγμάτων εντελώς λανθασμένη η απόφαση απεμπλοκής της Δασικής Υπηρεσίας από την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Η υπηρεσία που έχει τη μεγαλύτερη και καλύτερη γνώση του αντικειμένου, όσον αφορά τις δασικές πυρκαγιές, οφείλει να έχει άμεση και καθοριστική εμπλοκή στην αντιμετώπισή τους. Άλλωστε και η επιτροπή Γκόλντμαγιερ στο πόρισμα της αναιρεί την λογική της αερο-πυρόσβεσης και αναδεικνύει το ρόλο της Δασικής Υπηρεσίας στις Δασικές πυρκαγιές, τόσο στην καταστολή (με τη δημιουργία Δασικού σώματος στελεχωμένου από προσωπικό που θα εκπαιδευτεί κατάλληλα καθώς και δασο-κομάντος οι οποίοι θα δρουν στοχευμένα), όσο και στην πρόληψη, σε 5 επίπεδα: Υποδομές, Διαχείριση Δασών, Καθαρισμός, Πληροφόρηση και Εκπαίδευση Πολιτών και Εθελοντών, Σύνταξη και Εφαρμογή Επιχειρησιακών Σχεδίων.
5) Επιβάλλεται άμεσα η σύνταξη Επιχειρησιακών Σχεδίων Αντιμετώπισης Δασικών Πυρκαγιών και Φυσικών Καταστροφών ανά Δασαρχείο, που να περιλαμβάνει τη σύνδεση και την ένταξη του αγροτικού χώρου και πληθυσμού στο σχεδιασμό αυτό, ώστε να θωρακιστεί το σύνολο της Ελληνικής επικράτειας. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να αλλάξει εκ βάθρων ο τρόπος που είναι οργανωμένες οι Δασικές υπηρεσίες, ώστε να διαθέτουν κάθετη οργάνωση και ενιαίο κέντρο λήψης αποφάσεων. Επίσης, όπως έχουμε ξαναπεί, θα πρέπει να υπάρξει αλλαγή προτεραιοτήτων στη χρηματοδότηση δράσεων της πολιτείας. Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, που το μεγαλύτερο μέρος της έκτασής της είναι δάση ή δασικές εκτάσεις και πολλές αστικές περιοχές περικλείονται ή βρίσκονται εντός δασικών περιοχών, δεν μπορεί η υποστήριξη της δασικής υπηρεσίας να είναι ελλιπής. Χρειάζεται μια πλήρως εξοπλισμένη και επαρκώς στελεχωμένη δασική υπηρεσία η οποία θα έχει έγκαιρα τους αναγκαίους για την εκπλήρωση της αποστολής της πόρους.
6) Είναι πλέον επιτακτική ανάγκη η ύπαρξη κανονισμού πυροπροστασίας των κτισμάτων (αντιπυρικός κανονισμός), αντίστοιχος με τον αντισεισμικό κανονισμό. Με τον τρόπο αυτό θα υπάρχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί κάθε κτίσμα, ώστε να προστατεύεται από τη φωτιά. Προτείνουμε τη δημιουργία πράσινου πιστοποιητικού για τα κτίρια και το πράσινο που τα περιβάλλει.
7) Επίσης, θα πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις στο σχεδιασμό και τη διαχείριση των χώρων αστικού πρασίνου, τόσο σε δημόσιους χώρους όσο και σε ιδιωτικές εκτάσεις, ώστε οι χώροι αυτοί να συμβάλλουν θετικά στην αντιπυρική προστασία της ευρύτερης περιοχής.
8) Είχαμε επισημάνει την ιδιαίτερη προσοχή η οποία θα έπρεπε να είχε δοθεί στις περιοχές με οικισμούς εντός δασών ή δασικών εκτάσεων, για την αποτελεσματική αντιπυρική προστασία τους, χωρίς όμως να εισακουσθούμε.
9) Τέλος τονίζουμε την ανάγκη για δράσεις περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης των πολιτών σχετικά με την προστασία από τις φυσικές καταστροφές. Στα πλαίσια αυτά, κρίνεται απαραίτητη και επιβεβλημένη η εισαγωγή, στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, μαθήματος ή σειράς μαθημάτων με αντικείμενο την προστασία από τις φυσικές καταστροφές (πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμούς κλπ.).
Σε κάθε περίπτωση, το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας εκφράζει την διαθεσιμότητά του να συνδράμει στο έργο της Πολιτείας με όλες τις δυνάμεις και δομές του και τίθεται στην διάθεση των αρμόδιων αρχών.
Τονίζουμε ότι βρισκόμαστε δίπλα σε όλους τους πολίτες που πλήγηκαν από τη φυσική αυτή καταστροφή, συγχαίρουμε τους ήρωες πυροσβέστες, τα σώματα ασφαλείας, το στρατό, τους γεωτεχνικούς και εργαζόμενους στα δασαρχεία, τους εθελοντές και πολίτες που έδωσαν και δίνουν τη μάχη με την πύρινη λαίλαπα.
Τέλος, καλούμε όλους τους συναδέλφους γεωτεχνικούς να σταθούν στο πλευρό των πληγέντων τις δύσκολες τούτες ώρες και να βοηθήσουν, με όλες τους τις δυνάμεις, στην αντιμετώπιση των προβλημάτων των συμπολιτών μας, καθώς και στην αποκατάσταση της περιβαλλοντικής καταστροφής στις πληγείσες περιοχές και στην περίθαλψη των ζώων, δεσποζομένων και αδέσποτων, που αυτή την ώρα χρειάζονται ακόμη περισσότερο τη βοήθειά μας.