Είναι ελληνικός ή τούρκικος ο καφές; Το αναπάντητο ερώτημα που χάνεται στον χρόνο
Χαρμάνια, αρώματα και μια ωδή στην παντοτινή ιεροτελεστία, από την Τουρκία ως την Ελλάδα.
Απόγευμα καλοκαιριού, το ραδιόφωνο παίζει Δεύτερο Πρόγραμμα και οι μπαλκονόπορτες είναι ορθάνοιχτες. Η γιαγιά ψήνει στο μπρίκι τους καφέδες, έναν σκέτο και έναν γλυκό, όσο η εγγονή θα ευγνωμονεί για πάντα που την έχει.
Στον από πάνω δρόμο, δύο φίλες γύρω στα 40 ρεμβάζουν από το μπαλκόνι. Στις δυο κούπες καφέ δίπλα στο πακέτο με τα τσιγάρα, έχει μείνει μόνο το κατακάθι, κάτι που μαρτυρά ότι η κουβέντα τους κράτησε ώρες.
Ο φοιτητής στο δίπλα διαμέρισμα, γυρνάει σπίτι μετά τη Σχολή. Το μόνο διάλειμμα που θα κάνει είναι για να φτιάξει έναν δυνατό καφέ, ο τρίτος της ημέρας, για να βγει και αυτό το απόγευμα.
Μπορεί η τάση σήμερα να δείχνει ότι άλλοι καφέδες έχουν κλέψει την πρωτοκαθεδρία του «ελληνικού» καφέ, αλλά το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν υπάρχει σπίτι στο οποίο δεν θα βρεις εκείνο το βαζάκι με τον ελληνικό καφέ, δίπλα στη ζάχαρη.
Ο «καφές», το συνονθύλευμα του γαλλικού café, του ιταλικού caffè και του τουρκικού Kahve, φαίνεται ότι μετράει αιώνες ιστορίας και σύνδεσης με την ελληνική παράδοση.
Οι ρίζες του καφέ
Η αγαπημένη συνήθεια των Ελλήνων, δεν έχει τις ρίζες της στην Ελλάδα, αλλά, οι Τούρκοι είναι αυτοί που θεωρούνται οι «πατεράδες» του καφέ.
«Καφές, καφενές, καφετζής, μπρίκι, φλιτζάνι, ντελβές, καϊμάκι, καβουρντιστήρι, θεριακλής .Όλες τους λέξεις τουρκικής προέλευσης», γράφει ο Ηλίας Πετρόπουλος στο βιβλίο του «Ο Τούρκικος Καφές εν Ελλάδι».
Σύμφωνα με την UNESCO, ο καφές θεωρείται άυλη πολιτιστική κληρονομιά της Τουρκίας, με την ιστορία του να ξεκινά στην Ελλάδα στα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και της Βόρειας Ελλάδας ήταν αυτοί που μυήθηκαν πρώτοι και άρχισαν να ενσωματώνουν τον «τούρκικο» καφέ στις καθημερινές τους συνήθειες.
Σύμφωνα με τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, ο τούρκικος καφές εξαπλώθηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα μετά το 1760. Ο συγγραφέας κάνει αναφορά στην συνήθεια που είχε πια εξαπλωθεί και αγαπηθεί, στο βιβλίο του «Τα κρούσματα» (1903).
Από τα μέσα του 20ού αιώνα, θα αρχίσει να εδραιώνεται πια ως ο «ελληνικός» καφές. Τα καφενεία εξαπλώνονται στις γειτονιές των πόλεων αλλά και στην επαρχία.
Οι άνδρες περνούν τα απογεύματα τους στα καφενεία, που εξελίσσονται σε χώρους κοινωνικοπολιτικών ζυμώσεων, ενώ οι γυναίκες μαζεύονται στα σπίτια για να ψήσουν καφέ και να κουβεντιάσουν.
Ορόσημα στην ιστορία του «ελληνικού» πια καφέ είναι το ιστορικό Καφεκοπτείο Μισεγιάννη – Μάστορη, που άνοιξε στο Κολωνάκι το 1914 και το Καφεκοπτείο του Λουμίδη, με το πρώτο κατάστημα να ανοίγει το 1920.
Ο «σωστός» καφές
Στη χόβολη γίνεται κατά προτίμηση, το σωστό ψήσιμο του καφέ, ή σε γκαζάκι με χαμηλή φωτιά για να σιγοψηθεί και να κάνει το βελούδινο καϊμάκι. Το μάτι της κουζίνας δεν προτείνεται γιατί η θερμότητα που έχει διαπερνά μόνο το κάτω μέρος από το μπρίκι.
Επίσης, το πορσελάνινο φλιτζάνι θα διατηρήσει για περισσότερη ώρα τον καφέ ζεστό.
Ονομασίες και αναλογίες καφέ – ζάχαρης
(Για έναν τυπικό-μονό καφέ σε φλυτζάνι)
Σκέτος με μια κ.γ. καφέ
Μέτριος με μια κ.γ. καφέ και μια κ.γ. ζάχαρη
Μέτριος – Κλασικός με δυο κ.γ. καφέ και δυο κ.γ. ζάχαρη
Μέτριος – Γλυκός με μια κ.γ. καφέ και δυο κ.γ. ζάχαρη
Μέτριος – Ολίγη με μια κ.γ. καφέ και με λιγότερο από μια κ.γ. ζάχαρη
Ολίγον Μέτριος με μια κ.γ. καφέ και 1,5 κ.γ. ζάχαρη
Μέτριος – Βαρύς Ο μέτριος με ακόμη περισσότερο καφέ
Πολλά βαρύς έχει 4 κ.γ. καφέ και 6 ζάχαρη
Βαρύς – γλυκός 3 κ.γ. καφέ και 4 κ.γ. ζάχαρη.
Μέτριος χωρίς καϊμάκι ο μέτριος βραστός και θα πρέπει να έχει φουσκώσει δύο φορές και να σερβιριστεί από ψηλά ώστε, πέφτοντας στο φλιτζάνι, για να κάνει και φουσκάλες.
Πολλά βαρύς και όχι 4 κ.γ. καφέ και 6 ζάχαρη αλλά με μισή δόση νερού
Σκέτος (θεριακλίδικος) 3 κ.γ καφέ και θα πρέπει να έχει και καϊμάκι, και φουσκάλες – και για να γίνει σωστός πρέπει να παρασκευαστεί σε κρύο νερό. Όταν αρχίσει να φουσκώνει ανασηκώνουμε και ξανακατεβάζουμε το μπρίκι.
«Ο θεριακλής πίνει συνήθως σέρτικο καφέ. Ο θεριακλής θέλει τον καφέ του σε χοντρό φλυτζάνι για να κρατιέται θερμός και συγχρόνως για να μην καίγονται τα χείλη του.
Πριν αρχίσει να πίνει τον καφέ του, ρουφάει απνευστί ένα ποτήρι κρύο νερό. Αυτό το κάνει για να καθαρίσει τον φάρυγγά του (ο λαός το λέει λανθασμένα λαρύγγι) απ’ τα ζαφίρια, αλλά και για να ξεπλύνει το στόμα του ώστε να δεχθεί ακέρια τη γεύση του καφέ του.
Ο θεριακλής, πριν την πρώτη ρουφηξιά, φυσάει λίγο τον καφέ του. Η αργκοτική έκφραση «πέντε φύσα και μια ρούφα!» αποδεικνύει πως η μάγκες πίνουν τον καφέ τους ζεματιστό». (απόσπασμα από το βιβλίο «Ο Τούρκικος Καφές εν Ελλάδι». του Ηλ. Πετρόπουλου, εκδ. Νεφέλη).
Μια συνήθεια που μετράει εκατοντάδες χρόνια, ο καφές ήταν και θα είναι πάντα η αφορμή και ο λόγος για μαζώξεις. Πάνω από τα φλυτζάνια του καφέ έχουν ειπωθεί και θα λέγονται χιλιάδες ιστορίες, ιστορίες φίλων, ιστορίες αγάπης, ιστορίες χωρισμών, αστείες ιστορίες.