Άποψη

Δημιουργικός διάλογος για τους δήμους

apo-xoupasΤου Νίκου Χούτα, Πολιτικός Επιστήμονας-Ιστορικός, συγγραφέας του βιβλίου «Ο Βουλευτής Βάλτου Χαρίλαος Τρικούπης

«Οι ανθρώπινες ποιότητες κι ο χαρακτήρας είναι πιο δυνατά από οποιαδήποτε ιστορική συγκυρία»,  Alexander Sokurov


Διαχρονικά έχει υιοθετηθεί ως πολιτική θεωρία και πρακτική το ιδιότροπο και συγκεντρωτικό κεντρικό κράτος να μην αφήνει από την αγκαλιά του την τοπική αυτοδιοίκηση την οποία περίπου αντιλαμβάνεται ως τον πληβείο του εθνικού συστήματος διακυβέρνησης. Φυσικά δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσω που τελικώς οδήγησε ο σφιχτός αυτός ο εναγκαλισμός. Τώρα το κράτος είναι παραλυμένο και οι δήμοι εισπράττουν πολλαπλασιαστικά αρνητικά αυτή την εξέλιξη εις βάρος των δικαιωμάτων και των καθημερινών αναγκών των δημοτών τους. Η επιλογή μεταβολής αυτής της κατάστασης δεν μπορεί να βρίσκεται σε αποσπασματικές παρεμβάσεις με άδηλα τα αποτελέσματά τους. Επιβάλλεται η αναθεώρηση τόσο του ρόλου όσο και της αποστολής της κρατικής πολιτικής και διοίκησης. Κάθε σχετική ανάλυση δε λησμονεί την αναγκαιότητα μιας εκτεταμένης θεσμικής αναθεώρησης με άξονα την δημόσια διοίκηση.

Αυτό που διαβλέπεται μελλοντικά είναι η προοπτική απογαλακτισμού της τοπικής αυτοδιοίκησης από τα ασφυκτικά πλαίσια της κεντρικής διοίκησης. Η υπέρβαση δηλαδή των συγκεντρωτικών δομών προς μια κατεύθυνση αποκεντρωτικής και αυτοδύναμης λειτουργίας της. Έννοιες όπως αυτής της «οικονομικής αυτοτέλειας» και της «πλήρους διαχειριστικής αυτονομίας» οφείλουν να παρουσιασθούν στο λεξιλόγιο των επερχόμενων δημοτικών εκλογών αποτελώντας τη βάση για μια εκ βάθρων αλλαγή των ελληνικών πολιτικών πραγμάτων προκειμένου για μια ανανέωση του δημοκρατικού προτύπου της χώρας. Τέτοιου είδους ζητήματα οφείλουν να απασχολήσουν τον δημόσιο λόγο και διάλογο στην πορεία προς τη διεξαγωγή των επερχόμενων δημοτικών εκλογών. Σε διαφορετική περίπτωση, οι δημότες θα βρεθούν στη δυσάρεστη θέση να ακούνε και πάλι από τους δημοτικούς συνδυασμούς το σαθρό επιχείρημα «εμείς θα τα κάνουμε καλύτερα από τους άλλους» και φυσικά αυτοί οι άλλοι θα υποσχεθούν με τη δική τους σειρά ότι «θα τα κάνουν καλύτερα από τους προηγούμενους». Εύλογα κανείς διερωτάται, είναι άραγε αυτό ένα ασφαλές κριτήριο εμπιστοσύνης προς ένα υποψήφιο δημοτικό συνδυασμό; Σίγουρα όχι. Ο προσδιορισμός μιας πολιτικής πρότασης δεν μπορεί να γίνεται στην «λογική» του «θα τα κάνω καλύτερα». Απαιτείται καταγραφή των όρων μιας χρηστής διακυβέρνησης: γνωστοποίηση προτεραιοτήτων, αυστηρός προγραμματισμός και προβολή σχεδιαστικής δράσης. Φυσικά όλα αυτά πρέπει να συνοδεύονται και από απαντήσεις για τις πηγές και τους τρόπους άντλησης των απαιτούμενων οικονομικών πόρων.

Πλέον η σύλληψη, ο σχεδιασμός και η εκτέλεση ενός έργου υποδομής τοπικής κλίμακας πρέπει να δικαιολογείται στους δημότες και να αναγνωρίζεται ως πολλαπλά ωφέλιμο για την τοπική κοινωνία. Οι ίδιες οι διαδικασίες δράσης της δημοτικής αρχής είναι τουλάχιστον επιβεβλημένο να επιλέγονται σύμφωνα με το ασφαλές κριτήριο της αποδοτικότητας. Χρειάζεται δηλαδή να επανακαθορισθεί το κριτήριο εκτέλεσης ενός έργου και ποια ακριβώς μετρήσιμα οφέλη μπορεί να αποφέρει στην τοπική κοινωνία και οικονομία. Από τον εντοπισμό εξάλλου των συγκριτικών πλεονεκτημάτων κάθε περιοχής μπορούν να προκύψουν οι ακριβείς δυνατότητες απόδοσης ενός σύνθετου και εφαρμόσιμου προγράμματος ανάπτυξής της.

Στην κατεύθυνση αυτή, η αξιοποίηση των διατιθέμενων «εργαλείων» υποστήριξης των τοπικών πολιτικών και η εκμετάλλευση των δικτύων συνεργασίας π.χ. μέσω της ευελιξίας που προσφέρει ο νόμος για τις Συμπράξεις Ιδιωτικού και Δημόσιου Τομέα (ΣΔΙΤ) παρέχουν ένα πλήθος ευκαιριών για την βελτίωση του επιπέδου ευημερίας των δημοτών. Με την παράθεση αυτών των δεδομένων καθίσταται αντιληπτό ότι παρήλθε η εποχή που οι δήμοι αρκούνταν σε μια τυπική διαχείριση της κρατικής επιχορήγησης προκειμένου έτσι να μπορέσουν να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των δημοτών τους. Το μοντέλο αυτό απέτυχε, διότι ως επί το πλείστον δεν συμβάδιζε με τους κανόνες του ορθολογισμού.

Δυστυχώς όμως επιβιώνει η πρακτική εκείνη που το πλαισίωνε και η οποία διαφαίνονταν κυρίως στην προεκλογική τακτική μεγάλης μερίδας υποψήφιων δημοτικών συνδυασμών απανταχού της χώρας. Οι τελευταίοι όταν διατυπωνεται το κομβικό ερώτημα «που ακριβώς θα βρεθούν οι πόροι;» διατείνονται ότι «αυτά εξαρτώνται από το κεντρικό κράτος» μεταθέτοντας έτσι ευθύνες και υποσχέσεις στο μέλλον. Ακόμα και σήμερα στο σχετικό δημόσιο πολιτικό λόγο εμφανίζονται προτάσεις οι οποίες το μοναδικό πράγμα που εξυπηρετούν είναι ο αποπροσανατολισμός του εκλογικού σώματος. Η νιρβάνα της ακατάσχετης ψηφοθηρικής υποσχεσιολογίας εκτός από ανέξοδη είναι και επικίνδυνη. Οι φρουροί της ιδιοτέλειας, παραμονεύουν σε όλες της περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, όπως άλλωστε και οι λήσταρχοι της πολιτικής.

Οι προκλήσεις του μέλλοντος ζητούν συγκεκριμένες απαντήσεις τις οποίες θα χαρακτηρίζει η ηθική της ευθύνης και τούτο διότι οι πολιτικές και οικονομικές διεργασίες αυτής της περιόδου -ορατές και υπόγειες- φαίνεται ότι οδηγούν σε μια αναδιάταξη των παραγωγικών νευρώνων της χώρας. Η επιτυχία της αναδιάταξης αυτής, θα κριθεί και από το επίπεδο ετοιμότητας των τοπικών κοινωνιών. Είναι αναγκαίο ένα νέο μοντέλο λειτουργίας των δήμων το οποίο θα ενεργοποιεί τις εσωτερικές δυνάμεις της κοινωνίας, θα ευνοεί την ορθή κατανομή και αξιοποίηση των δημόσιων πόρων και δεν θα είναι απρόσωπο. Η απεξάρτηση της λειτουργίας των δήμων από το κράτος οφείλει να είναι κεντρική επιδίωξη ώστε να αποκτηθούν εκείνες οι αρμοδιότητες οι οποίες θα διευκολύνουν αυτή την αποστολή. Θα μπορούσε βέβαια κανείς να αντιτείνει ότι έως τις επόμενες εκλογές δεν διαφαίνεται μια τέτοια εξέλιξη. Εν μέρει σωστό. Ωστόσο η προεκλογική στάση των υποψήφιων δημοτικών συνδυασμών πρέπει να παραπέμπει ευθέως στην λογική της αυτοδύναμης παρουσίας των δήμων.

Ορόσημο στη διαδικασία αυτή θα μπορούσε να εξελιχθεί η διεξαγωγή των επόμενων δημοτικών εκλογών. Ωστόσο υπάρχει ο ορατός κίνδυνος οι εκλογές αυτές να χάσουν την σημασία τους λαμβάνοντας ατυχώς χαρακτήρα «δημοψηφίσματος». Η προηγούμενη εμπειρία δείχνει ότι το επίκεντρο του ενδιαφέροντος των τοπικών κοινωνιών μετατοπίζεται σχεδόν αποκλειστικά προς θέματα τα οποία απασχολούν την πολιτική επικαιρότητα κατά τη χρονική φάση της διεξαγωγής τους. Είναι ένα ακόμη παράδοξο οι αυτοδιοικητικές εκλογές -πολύ περισσότερο οι εκλογές για την ανάδειξη των ευρωβουλευτών που για πρώτη φορά από το Μαΐο του 2014 και κάθε 5 χρόνια θα διεξάγονται μαζί- να μην πραγματεύονται προεκλογικά τα θέματα της τοπικής αυτοδιοίκησης αλλά ο δημόσιος λόγος να περιστρέφεται μονοθεματικά γύρω από τον αντίκτυπό που θα έχουν στην κεντρική πολιτική σκηνή. Μένει έτσι το πεδίο ελεύθερο για την εκδήλωση κάθε είδους λαϊκισμού. Είναι τουλάχιστον ανώφελο να φθάσουμε για μια ακόμη φορά στο σημείο να κληθεί ο δημότης να αποφανθεί στις δημοτικές εκλογές εάν ήταν ενδεδειγμένος ο τρόπος διαχείρισης του τάδε ή του δείνα ζητήματος εθνικής πολιτικής και όχι το πως οι τοπικές κοινωνίες θα οργανώσουν το δικό τους μέλλον. Προφανώς με την άποψη αυτή δεν ισχυρίζομαι ότι οι δήμοι είναι ανεπηρέαστοι από την άσκηση των δημόσιων κυβερνητικών πολιτικών -κάθε άλλο- πιστεύω όμως ότι οι τοπικές κοινωνίες είναι ανάγκη να ορίσουν οι ίδιες τις προτεραιότητες των αναγκών τους, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τα δεδομένα. Το μέτρο είναι οι πραγματικές ανάγκες των δημοτών. Στην παρούσα φάση κατά την οποία η πλειονότητα των δήμων βρίσκεται σε δεινή θέση επιβάλλεται προεργασία εκπόνησης των προγραμματικών αρχών μιας υποψήφιας δημοτικής παράταξης. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η αξία και η σημασία του δημόσιου διαλόγου. Η ποιότητα του διαλόγου αυτού θα κρίνει σε ορισμένο βαθμό εάν οι τοπικές κοινωνίες διαθέτουν την απαιτούμενη ωριμότητα ώστε να εξελιχθούν σε ισχυρό πόλο δημοκρατικής διακυβέρνησης. Σε «εργοτάξιο» ανόρθωσης της κοινωνίας.

 

Χορηγούμενη

thumbnail Τοπική Διαφήμιση
aluxal web banner new logo Τοπική Διαφήμιση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Διαβάστε Επίσης

Back to top button