ΑγρότεςΡοή Ειδήσεων

Δάκος: Ο σημαντικότερος εχθρός της ελιάς – Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε

Η ζημιά είναι ποσοτική (μείωση παραγωγής και υποβάθμιση της εμπορικής αξίας του καρπού) αλλά και ποιοτική στο παραγόμενο ελαιόλαδο εξαιτίας κυρίως της αύξησης της οξύτητάς, της οξείδωσης και της αλλοίωσης των οργανοληπτικών του ιδιοτήτων. Στη χώρα μας έχει 3-7 γενεές το χρόνο.

Το άριστο εύρος  θερμοκρασιών ωοτοκίας είναι 20-28 °C ενώ σταματάει για θερμοκρασίες μικρότερες των 15 ή μεγαλύτερες των 33°C. Θερμοκρασίες κατά το καλοκαίρι άνω των 31°C και χαμηλή σχετική υγρασία (20-25%) προκαλούν μεγάλη θνησιμότητα στα αυγά καθώς και στις νεαρές προνύμφες, (ιδιαίτερα του 1ου και 2ου σταδίου).


Παρακολούθηση

  • Ελκυστικές παγίδες

H κλασσική μέθοδος παρακολούθησης του πληθυσμού του δάκου πραγματοποιείται με παγίδες τύπου McPhail, που περιέχουν ως ελκυστικό, αμμωνιακά άλατα 2% ή υδρολυμένες πρωτεΐνες 2% (φθινόπωρο), συχνά και με προσθήκη βόρακα.

Οι παγίδες αναρτώνται στο εσωτερικό της κόμης του δένδρου, από τον Ιούνιο έως τα τέλη Οκτωβρίου και ελέγχονται ανά πενθήμερο ή εβδομάδα.

  • Πυκνότητα τοποθέτησης παγίδων

Από τον υπεύθυνο φορέα (Πρόγραμμα Συλλογικής Καταπολέμησης του Δάκου της Ελιάς): 1 παγίδα ανά 1.000 δένδρα.

Από τον παραγωγό: Προτείνεται τουλάχιστον μία παγίδα McPhail ανά 100 δένδρα

  • Δειγματοληψίες

Για την εκτίμηση της προσβολής του ελαιοκάρπου, πρέπει να πραγματοποιούνται τακτικές (δεκαπενθήμερες ή μηνιαίες) δειγματοληψίες καρπών από τον Ιούλιο μέχρι την έναρξη συγκομιδής.

Από τον υπεύθυνο φορέα: Καθορίζονται κέντρα δειγματοληψίας, με 10.000 δένδρα το καθένα και από κάθε κέντρο επιλέγονται τυχαία 40  ελαιόδεντρα, από τα οποία λαμβάνονται τυχαία 25 καρποί/δέντρο (είκοσι καρποί από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και πέντε από την κορυφή).

Από τον παραγωγό: Προτείνεται ανά 100 ελαιόδενδρα τυχαία δειγματοληψία από 10-12 δένδρα από τα οποία να λαμβάνονται τυχαία 25 καρποί/δέντρο με τον τρόπο που αναγράφεται παραπάνω.

Η δειγματοληψία καρπού παρέχει άμεσες πληροφορίες για το επίπεδο ζημιάς που προκαλείται από το δάκο καθώς επίσης  έμμεσες πληροφορίες για τη πυκνότητα πληθυσμού και σύνθεσή του.

Η εξέταση του καρπού πρέπει να γίνεται με τη βοήθεια μεγεθυντικού φακού για την εκτίμηση της ενεργού προσβολής (αυγά, ζωντανές προνύμφες 1ου, 2ου και 3ου σταδίου, νύμφες και έξοδοι), καθώς και της νεκρής προσβολής (μη εκκολαφθέντα αυγά, άγονα νύγματα, αποφελλομένες στοές και νεκρές 1ου, 2ου και 3ου σταδίου). Το άθροισμα αυτών είναι η συνολική προσβολή.

Αντιμετώπιση

Καλλιεργητικά μέτρα: 

  • Δεν πρέπει να μένουν, κατά το δυνατόν,  ασυγκόμιστοι καρποί
  • Να επιδιώκεται κατά το δυνατόν πρώιμη συγκομιδή.
  • Απαιτείται αυξημένη προσοχή σε αρδευόμενους ελαιώνες όπου αυξάνεται ο πληθυσμός του δάκου, μέχρι 7 φορές περισσότερος από ότι στους ξηρικούς ελαιώνες, ιδιαίτερα όταν αποτελούν μικρές νησίδες εντός μεγάλης εκτάσεως μη-αρδευομένων ελαιώνων (Εξαιτίας της ταχύτερης αύξησης του μεγέθους του καρπού, της επίσπευσης της ωρίμανσής του και «προσφερόμενου» για ωοτοκία υπό συνθήκες καλοκαιρινής ξηρασίας).
  •  Σε μεγάλης έκτασης ελαιώνες ή σε ευρύτερες περιοχές είναι σημαντική η επισήμανση εστιών πρώιμων προσβολών από το έντομο
  • Οι ασυγκόμιστοι καρποί είναι φυσικό εκτροφείο για τον δάκο. Η πρώιμη συλλογή του ελαιοκάρπου μειώνει τον κίνδυνο όψιμων προσβολών.

Μαζική παγίδευση

Με τη μέθοδο της μαζικής παγίδευσης επιδιώκεται η σύλληψη όσο το δυνατόν μεγαλύτερου αριθμού ενήλικων εντόμων, ώστε να μειωθεί ο πληθυσμός του εχθρού σε επίπεδα που δεν προκαλούν οικονομική ζημιά στην καλλιέργεια.

Ο συνδυασμός στην ίδια παγίδα ελκυστικών τροφής, φύλου και χρώματος είναι καταλληλότερος όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε προγράμματα μαζικής παγίδευσης. Σε περιοχές στις οποίες υπάρχουν υψηλοί πληθυσμοί δάκου, η μαζική παγίδευση, δεν βρέθηκε μέχρι σήμερα να αποτελεί αυτοδύναμη μέθοδο αντιμετώπισης του εντόμου ακόμα και όταν εφαρμόζεται και σε μεγάλες εκτάσεις.

Σε περιπτώσεις μικρής αποτελεσματικότητας της μεθόδου, απαιτούνται  συμπληρωματικά μέτρα για επαρκή προστασία της παραγωγής, όπως αύξηση της πυκνότητας των παγίδων ή δολωματικοί ψεκασμοί κυρίως σε εστιακές περιοχές με υψηλή πυκνότητα πληθυσμού του δάκου.

Συνεχής εφαρμογή μαζικής καταπολέμησης σε έναν απομονωμένο  ελαιώνα, επί σειρά ετών μειώνει τον πληθυσμό του δάκου και αυξάνει τον πληθυσμό των ωφελίμων εντόμων.

O συνδυασμός μαζικής παγίδευσης με δολωματικούς ψεκασμούς, με τα εγκεκριμένα εντομοκτόνα, έχει αποδειχθεί αποτελεσματικός εναντίον του δάκου σε περιοχές ή και χρονιές που η μέθοδος δεν είναι αυτοδύναμη.

Βιολογική καταπολέμηση (Δράση ωφελίμων)

Διάφορα είδη ωφελίμων εντόμων (παρασιτοειδών και αρπακτικών) προσβάλλουν το δάκο στα διάφορα στάδια εξέλιξης του.

Τα σπουδαιότερα είναι: Τα υμενόπτερα εκτοπαρασιτοειδή Eupelmus urozonus, Pnigalio meditarraneus, Eurytoma martelli και Cyrtoptyx laticeps.

Τα εκτοπαρασιτοειδή θανατώνουν κυρίως τις προνύμφες τρίτης ηλικίας ή τις νύμφες του δάκου. Εμφανίζονται από το καλοκαίρι μέχρι μέσα του φθινοπώρου και θανατώνουν μέχρι και το 30-40% των προνυμφών του δάκου.

Το υμενόπτερο ενδοπαρασιτοειδές των προνυμφών τρίτης ηλικίας του δάκου Psyttalia (Opius) concolor.  Το ενδοπαρασιτοειδές Psyttalia (Opius) concolor αν και εμφανίζεται το φθινόπωρο και θανατώνει μέχρι και το 80% των προνυμφών του δάκου, δεν μπορεί να διατηρήσει τον πληθυσμό του δάκου κάτω από το όριο οικονομικής ζημιάς.

Από τα αρπακτικά, σημαντική είναι η δράση του μικρο-δίπτερου Prolasioptera berlesiana (Cecidomyiidae). Άμεσα ή έμμεσα μπορεί να καταστρέψει το 30-50% των αυγών του δάκου.

Όμως σοβαρό μειονέκτημα του αρπακτικού αυτού είναι ότι θεωρείται υπεύθυνο για την μετάδοση του μύκητα Camarosporium (Macrophoma) dalmatica. Προκαλεί σάπισμα και πτώση του ελαιόκαρπου κυρίως το φθινόπωρο, όπου σε μερικές ποικιλίες, ιδίως τις πρώιμες, μπορεί να προσβάλλει μεγάλο αριθμό καρπών ανά δένδρο.

Από τα αρπακτικά που ευρίσκονται στο έδαφος, αξιόλογη δράση έχουν είδη των οικογενειών Carabidae (Carabus banoni, Lycinus aegyptiacus, Pterostichus creticus και δεκάδες άλλα είδη), Staphylinidae (Ocypus oleus, O. fulvipennis κ.ά), και είδη των τάξεων Dermaptera (Forficula aetolica) και Hymenoptera (διάφορα είδη μυρμηγκιών), προσβάλλοντας τις νύμφες του δάκου στο έδαφος.

Παρόλο που τα ωφέλιμα έντομα δεν μειώνουν τους πληθυσμούς του δάκου κάτω από τα επίπεδα της οικονομικής ζημιάς, εντούτοις συμβάλλουν σημαντικά στην μείωση τους. Τα ιθαγενή εκτοπαρασιτοειδή μειώνουν τους πληθυσμούς του δάκου μόνο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού-αρχές φθινοπώρου, ενώ κατά το φθινόπωρο, που παρατηρείται αύξηση του πληθυσμού του δάκου, μειώνεται σημαντικά η παρουσία τους.

Η παρουσία και η δράση ορισμένων από τους ωφέλιμους οργανισμούς κατά του δάκου μπορεί να επηρεασθεί, έμμεσα, με την ενθάρρυνση και διατήρηση εντός του ελαιώνα της βλάστησης και χλωρίδας που συντηρεί τους πληθυσμούς τους (π.χ. Inula sp.)

Χημική αντιμετώπιση

Δολωματικός από εδάφους ψεκασμός

Στους ψεκασμούς από το έδαφος, το ψεκαστικό διάλυμα που χρησιμοποιείται, αποτελείται από το ελκυστικό (πρωτεΐνη 2%) και το εντομοκτόνο. Η εφαρμογή του δολώματος γίνεται είτε με μηχανοκίνητα ψεκαστικά μέσα είτε με επινώτιους χειροκίνητους ψεκαστήρες.

Με τους δολωματικούς ψεκασμούς επιδιώκεται η θανάτωση των ακμαίων του δάκου, πριν τα θηλυκά εναποθέσουν τα αυγά τους στον ελαιόκαρπο.

Βασικοί παράγοντες επιτυχίας της αντιμετώπισης του δάκου με δολωματικό ψεκασμό είναι:

1) Το ποσοστό καρποφορίας των δένδρων να είναι πάνω από 30%. Όταν το ποσοστό καρποφορίας είναι κάτω από 30% τα αποτελέσματα της μεθόδου συνήθως δεν είναι ικανοποιητικά. Για την εκτίμηση του ποσοστού της καρποφορίας, γίνονται επιτόπιοι έλεγχοι μετά την καρπόδεση.

2) Ο χρόνος εφαρμογής του 1ου δολωματικού ψεκασμού

Κριτήρια εφαρμογής του χρόνου του 1ου δολωματικού ψεκασμού:

  • Καταλληλότητα του καρπού για ωοτοκία: έναρξη πήξης του πυρήνα ή όταν ο καρπός έχει αποκτήσει μέγεθος ρεβιθιού ή βάρος 1-2 gr. ανάλογα με την ποικιλία της ελιάς. Τότε ο καρπός είναι αρκετά μαλακός ώστε να μπορεί να διατρυπηθεί από τον ωοθέτη του θηλυκού εντόμου.
  • Ο μέσος όρος δάκων ανά παγίδα τύπου McPhail και εβδομάδα να είναι μεγαλύτερος του 5-10.
  • Το ποσοστό των αρσενικών να είναι περίπου 60%
  • Τα γόνιμα θηλυκά με ώριμες ωοθήκες  να είναι τουλάχιστον το 5% του πληθυσμού
  • Κλιματικές συνθήκες θερμοκρασίας-υγρασίας να είναι οι κατάλληλες (θερμοκρασία <28°C, ταχύτητα ανέμου<4bf).
  • Σε περιοχές στις οποίες από τα υπάρχοντα στοιχεία προηγούμενων ετών υπάρχει ιστορικό υψηλών πληθυσμών, είναι πολύ πιθανόν να χρειαστεί επανάληψη του πρώτου γενικού ψεκασμού ή εφαρμογή τοπικών ψεκασμών σε εστίες εφόσον παρατηρείται αύξηση των συλληφθέντων ακμαίων.

Ο χρόνος έναρξης των επόμενων δολωματικών ψεκασμών καθορίζεται κυρίως από το ύψος του πληθυσμού του δάκου αλλά και τις κλιματικές συνθήκες. Ανάλογα με την ποικιλία της ελιάς. Λιγότεροι δάκοι στις βρώσιμες, περισσότεροι στις ελαιοποιήσιμες, λιγότεροι δάκοι στις μεγαλόκαρπες, και περισσότεροι στις μικρόκαρπες ποικιλίες. Επίσης ανάλογα με το ποσοστό καρποφορίας των ελαιοδένδρων λιγότεροι και περισσότεροι δάκοι στο μικρό και μεγάλο ποσοστό καρποφορίας αντίστοιχα.

3) Η αποτελεσματικότητα των δολωματικών ψεκασμών εξαρτάται επίσης απόλυτα από την επίκαιρη και σωστή εφαρμογή τους.

Σωστή εφαρμογή δολωματικών ψεκασμών σημαίνει να ψεκάζεται μέρος του εσωτερικού της κόμης των δένδρων, να τηρούνται σωστά οι δόσεις του ελκυστικού και του εντομοκτόνου, να ρυθμίζεται σωστά η πίεση στο ψεκαστικό μέσο, να εξασφαλίζεται κατά το δυνατόν μεγάλη σταγόνα στα φύλλα (διαμέτρου πάνω από 4 mm) και να εφαρμόζεται ποσότητα μέχρι 300cc ψεκαστικού διαλύματος κάθε 2ο ή 3ο δένδρο του ελαιώνα, ανάλογα με την πυκνότητα φύτευσης.

Για να αποκλειστούν τυχόν μεταναστεύσεις του πληθυσμού, δεν πρέπει στους δολωματικούς ψεκασμούς να αφήνονται αψέκαστα μεγάλα τεμάχια ελαιώνων.

Η διάρκεια κάθε ψεκασμού σε μία περιοχή πρέπει να είναι όσο το δυνατόν μικρότερη.

Χημικά εντομοκτόνα

Ψεκασμοί καλύψεως με συνθετικά χημικά εντομοκτόνα συστήνονται μόνο:

  • Σε ελαιώνες που λόγω χαμηλού ποσοστού καρποφορίας (κάτω του 25%) δεν εφαρμόζεται η δολωματική μέθοδος ή εάν αυτή εφαρμοστεί συνήθως δεν έχει ικανοποιητικά αποτελέσματα.
  • Η προσβολή του ελαιοκάρπου να είναι πάνω από το οικονομικό όριο ζημιάς: (>5% ζωντανή προσβολή για τις ελαιοποιήσιμες ποικιλίες και 1% για τις επιτραπέζιες ποικιλίες).
  • Χρόνος εφαρμογής: συνήθως εφαρμόζονται Σεπτέμβριο – Οκτώβριο (εξαρτάται από το ποσοστό προσβολής του ελαιοκάρπου) Στην περίπτωση όμως που έχουμε πρώιμες προσβολές, κυρίως στις  βρώσιμες ελιές, μπορεί να γίνει ακόμη ένας ψεκασμός το καλοκαίρι.
  • Πρώιμη πτώση του ελαιοκάρπου ελαιοποιήσιμων ποικιλιών μέχρι τον Αύγουστο δεν αποτελεί ποσοτική ζημιά διότι το ελαιόδεντρο αναπληρώνει την ζημιά μέχρι και σε ποσοστό καρπόπτωσης 10% εξαιτίας της αύξησης του βάρους αλλά και της ελαιοπεριεκτικότητας των υπόλοιπων καρπών του δένδρου ενώ η αναπλήρωση αυτή το Σεπτέμβριο είναι μέχρι σε ποσοστό καρπόπτωσης 5%.
  • Στις ελαιοποιήσιμες ποικιλίες δεν συστήνονται ψεκασμοί καλύψεως με χημικά εντομοκτόνα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες:
  • Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος ανίχνευσης υπολειμμάτων στα ελαιοκομικά προϊόντα
  • Υπάρχει σημαντικός κίνδυνος ανάπτυξης ανθεκτικότητας
  • Μειώνονται σημαντικά οι πληθυσμοί των ωφελίμων έντομα και παρατηρούνται εξάρσεις στους πληθυσμούς άλλων εντόμων όπως  του λεκανίου και άλλων κοκκοειδών
  • Υπάρχει κίνδυνος τοξικότητας στις μέλισσες
  • Κίνδυνος ρύπανσης του περιβάλλοντος (υδροφόρος ορίζοντας, έδαφος κλπ)
  • Σημαντικά μεγαλύτερος κίνδυνος για τον ψεκαστή.
  • Απαγορεύονται οι ψεκασμοί καλύψεως με χημικά εντομοκτόνα στις περιοχές που παράγουν ΠΟΠ/ΠΓΕ ελαιόλαδο ή βρώσιμο ελαιόκαρπο. Απαγορεύονται οι ψεκασμοί καλύψεως με χημικά εντομοκτόνα στις υπόλοιπες περιοχές.

Πηγή: in.gr

Advertisements

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ VIDEO
aluxal web banner new logo Τοπική Διαφήμιση
pap tsalafouti cake 1000x563px Τοπική Διαφήμιση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Διαβάστε Επίσης

Back to top button